Πόσο ανεξάρτητη είναι η Δικαιοσύνη;

warning: Creating default object from empty value in /home1/esto/public_html/sites/all/modules/openpublish_core/theme_helpers/node-article.tpl.inc on line 48.
Αμεροληψία, η δύναμη που τείνει να καταντήσει ανέκδοτο
H δικαιοσύνη είναι σαν τα φίδια, τσιμπάει μόνο τους ξυπόλητους

Με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα με τη Χρυσή Αυγή, τη δικαστική παρέμβαση και τις αποφάσεις που αυτή έλαβε σχετικά με την προσωρινή κράτηση ή μη των στελεχών της Χ.Α, έγινε στα ΜΜΕ συζήτηση για το κατά πόσο η δικαιοσύνη στον τόπο μας είναι ανεξάρτητη και αν αυτή την ανεξαρτησία της την επέδειξε στην υπόθεση αυτή. Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα θα πρέπει να δοθεί, αφού συνδυάσει κανείς τον ρόλο της δικαιοσύνης σε άλλες ανάλογες μικρότερης ή μεγαλύτερης σημασίας περιπτώσεις και πώς (αντ)έδρασε σ’ αυτές.

 

Καταρχήν η συνταγματική επιταγή κάνει λόγο για την απόλυτη ανεξαρτησία της δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία, αφού ο δικαστής είναι υποχρεωμένος να υπακούει μόνο στον νόμο και στην συνείδησή του.

 

Συμβαίνει αυτό στην πράξη;

 

Είναι γνωστό ότι ο διορισμός των επικεφαλής της δικαστικής εξουσίας, δηλαδή του Προέδρου, των Αντιπροέδρων, του Εισαγγελέα και των Αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου, γίνεται από την εκάστοτε Κυβέρνηση μετά από πρόταση του Υπουργού της Δικαιοσύνης. Το γεγονός αυτό από μόνο του δημιουργεί έναν θύλακα εξάρτησης, αφού είναι λογικό να θέλει να είναι κάποιος αρεστός σ’ αυτόν που θα τον επιλέξει γι’ αυτές τις ανώτατες θέσεις. Έτσι παρατηρεί κανείς, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μια «ταύτιση απόψεων» της ηγεσίας της Δικαιοσύνης με την Κυβέρνηση που την εξέλεξε.

 

Ένας άλλος θύλακας επιρροής της Εκτελεστικής εξουσίας στην δικαστική είναι ο απαράδεκτος διορισμός στελεχών της τελευταίας σε κρατικές θέσεις (συνήθως τίθενται επικεφαλής ανεξάρτητων αρχών), δικαστών που συνταξιοδοτούνται. Καταλαβαίνει κανείς ότι η επιθυμία κάποιων να καταλάβουν μια από τις θέσεις αυτές, τους κάνει πιο επιρρεπείς στο να ενεργούν επιλεκτικά, ανάλογα κάθε φορά με τις εντολές ή τις επιθυμίες έστω της Κυβέρνησης. Τέλος η μεταπήδηση των επικεφαλής του συνδικαλιστικού οργάνου των δικαστών και εισαγγελέων στην πολιτική ή η κατάληψη απ’ αυτούς θέσεων εξουσίας μετά την συνταξιοδότησή τους, στενεύει τα όρια της αληθινής ανεξαρτησίας τους.

 

Με τα δεδομένα αυτά παρατηρεί κανείς, όσο καλόπιστος κι αν είναι, την δικαστική εξουσία να «γέρνει» κάθε φορά, προσπαθώντας να προσεγγίσει την Κυβέρνηση και τις επιθυμίες της. Έτσι π.χ θα έπρεπε να περιμένει η ανεξάρτητη δικαιοσύνη το πότε θα στείλει ο αρμόδιος υπουργός σ’ αυτήν τους φακέλους με τα κατορθώματα των νεοναζί, ανάλογα με το πότε συμφέρει την Κυβέρνηση να ασχοληθεί μ’ αυτούς ο Εισαγγελέας, αντί να αξιώσει ο αρμόδιος δικαστικός λειτουργός την αποστολή τους, αφού τα ΜΜΕ βοούσαν γι’ αυτά τα κατορθώματα, για τα οποία η δικαιοσύνη δεν είχε ασχοληθεί; Το ότι επελήφθη η Δικαιοσύνη μετά την κίνηση του αρμόδιου Υπουργού, αποδεικνύει την ανεξαρτησία της ή το αντίθετο; Θα τολμήσει η ανεξάρτητη δικαιοσύνη να ελέγξει τον κ. Δένδια και να του ζητήσει το λόγο για τον οποίο κρατούσε αυτές τις δικογραφίες στα χέρια του χωρίς να τις προωθεί εκεί που πρέπει; Θα τον ελέγξει για το ότι περίμενε να χυθεί αίμα πριν κάνει το αυτονόητο, δηλαδή να στείλει τις δικογραφίες στην δικαιοσύνη αμέσως μόλις σχηματιστούν;

 

Αλλά ας δούμε και άλλα παραδείγματα:

 

Η περίφημη λίστα Lagarde προκάλεσε στον τόπο μας (και δικαιολογημένα) θύελλα πριν ένα χρόνο περίπου. Γράφτηκαν και ακούστηκαν πολλά. Η πολιτική ηγεσία του τόπου μας, που μας κυβερνά σήμερα δήλωσε ότι από την λίστα αυτή, που ο «κακός» Παπακωνσταντίνου την αλλοίωσε και ο καλός Βενιζέλος την θυμήθηκε μετά από ένα χρόνο κατοχής της, θα έβγαινε χρήμα, αφού σ’ αυτήν συγκαταλέγονταν μεγαλοκαταθέτες, που πιθανόν να έχουν φοροδιαφύγει. Άκουσε κανείς τίποτε τους τελευταίους μήνες για τη λίστα; Η δικαιοσύνη αναρωτήθηκε αν κάτι βρωμάει στην υπόθεση  αυτή; Έκανε τίποτε; Ή μήπως φοβάται ότι θα στεναχωρήσει τους ηγέτες ΝΔ και ΠΑΣΟΚ; Είναι αυτό ανεξαρτησία;

 

Ας πάμε παρακάτω:

 

Τα δύο τελευταία χρόνια με έξαρση τους τελευταίους μήνες, τα εκθέματα των ποινικών δικαστηρίων στη χώρα μας έχουν κατακλυστεί από υποθέσεις φοροδιαφυγής. Με εντολή της εκτελεστικής εξουσίας η ανεξάρτητη δικαιοσύνη αποφάσισε τις υποθέσεις αυτές να τις προσδιορίζει κατά προτεραιότητα και να είναι πολύ φειδωλή στις αναβολές. Στην πράξη έχει παρατηρηθεί μια αυστηρότητα εκ μέρους των ποινικών δικαστών, πολλές φορές μάλιστα χωρίς καν να πολυλαμβάνεται υπόψη, αν ο κατηγορούμενος είναι συνειδητός φοροφυγάς, οπότε και είναι πράγματι άξιος αυστηρής τιμωρίας, ή είναι θύμα της κρίσης και της καταστροφής της επιχείρησής του, που στη συνέχεια πήρε στον λαιμό της μια άλλη ή άλλες επιχειρήσεις, οι ιδιοκτήτες των οποίων θα βρεθούν σε αδυναμία να πληρώσουν τα όσα σήμερα τους ζητά ο Στουρνάρας κατ’ εντολή των δανειστών; Δείχνει αυτό ανεξαρτησία του δικαστή; Η άποψη ότι «ελεγχόμαστε» και δεν μπορούμε να δίνουμε αναβολές, ταιριάζει σε ένα πραγματικά ελεύθερο πνεύμα; Όσοι δε δικαστές ξεπεράσουν αυτή την ασφυκτική πίεση των ανωτέρων τους της πολιτικής εξουσίας, εκτιμώ ότι κινδυνεύουν να έχουν δυσμενή μεταχείριση.

 

Ποιος θέλει άραγε την δικαιοσύνη πραγματικά ανεξάρτητη και ποιος εδώ και χρόνια προσπαθεί να την ποδηγετεί;; Η απάντηση είναι εύκολη. Όμως στις δύσκολες μέρες που περνάμε έχουμε ανάγκη από θαρραλέους υπηρέτες του δικαίου. Δικαστές που πράγματι θα κρίνουν με βάση τον νόμο και την συνείδησή τους. Δικαστές που θα τολμήσουν να θεωρήσουν αντισυνταγματικά και να μην εφαρμόσουν τα τόσα νομοθετικά εξαμβλώματα που καθημερινά παράγονται με εντολή των δανειστών μας, κόντρα σε ρητές συνταγματικές διατάξεις. Τέτοιους δικαστές χρειάζεται ο τόπος. Μόνο τότε η Δικαιοσύνη θα είναι πράγματι και όχι κατ’ ευφημισμό  το έσχατο ανάχωμα για τον αδύναμο και τον αδικούμενο.