Λίγο πριν οι ήσυχες μέρες του Αυγούστου δώσουν τη θέση τους στις εκκωφαντικές φθινοπωρινές εξελίξεις, ένα είναι το σίγουρο στο πολιτικό προσκήνιο και κυρίως το παρασκήνιο: Ότι δεν υπάρχει τίποτα σίγουρο.
Ο καταρρέων πολιτικά, πολλά υποσχόμενος -για κάποιους- προ λίγων μηνών, πρωθυπουργός της χώρας, μπροστά στον θρυμματισμένο καθρέπτη του γραφείου του, προσπαθεί να σχηματίσει εκ νέου το είδωλο της διακυβέρνησης του, με γυάλινα είδωλα της πολιτικής παρακμής. Γνωρίζει φυσικά και ο ίδιος ότι όποιο σχήμα κι αν αυτός επέλεξε, είτε δηλαδή αυτό της παρένθετης σε σχέση με την λαϊκή εντολή κυβέρνησης, είτε αυτής των παρένθετων και άρα διεκπεραιωτικών προσώπων, δεν μπορεί να έχει καμία ημερομηνία λήξης μακρύτερη αυτής που οι πολίτες που ωθούνται στην αγανάκτηση έχουν αποφασίσει.
Αυτόματα προκύπτει και το ερώτημα, για ποιο λόγο επιμένει τόσο έντονα στη συρραφή των θρυμμάτων της κοινοβουλευτικής κι εκτελεστικής εξουσίας του; Είναι άραγε μόνον η αγωνία, να διαφυλάξει τουλάχιστον την υστεροφημία του και να μην γραφεί στην ιστορία το όνομά του με τον υπότιτλο του παντελώς “εχθρικού” ή έστω δυσάρεστου και αναποτελεσματικού πρωθυπουργού, ή κάτι πιο βαθύ; Κι αν αυτό ήδη έχει συντελεσθεί, πόσο απελπισμένες και άρα επιζήμιες είναι οι μελλοντικές κινήσεις του;
Το σίγουρο είναι, ότι ακόμη κι αυτή τη στιγμή, συνεχίζει να μην λειτουργεί ως πρωθυπουργός των Ελλήνων, να μην ακούει τα κοινωνικά κελεύσματα , ενώ συνεχίζει να λειτουργεί ως εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού και Διεθνούς χρηματοοικονομικού συστήματος, όπως αυτό εκφράζει κάπηλους μεγιστάνες του χρήματος. Γνήσιος εκφραστής των ξένων και γηγενών τραπεζικών αγωνιών, γνωρίζει ότι αν τολμήσει να ζητήσει λαϊκή εντολή, η σχεδόν βέβαιη αποδοκιμασία του ελληνικού λαού στο πολιτικό σύστημα της χώρας, δια της ψήφου του πλέον, λόγω της επίπτωσης που αυτόματα θα έχει στην υπόθεση ¨ελληνικό χρέος¨ και όποιας τελικής έκβασης του, θα “τραντάξει” κυρίως το Ευρωπαϊκό νομισματικό οικοδόμημα , με περαιτέρω διεθνείς αναταράξεις και με μεγάλες απώλειες στους τραπεζίτες και τους πυλώνες τους. Γι αυτό δηλαδή, με νύχια και με δόντια, αδιαφορώντας για τις όποιες κοινωνικές απαιτήσεις και κυρίως συνέπειες, δεχόμενος ίσως πιέσεις που μετά από πενήντα χρόνια θα μάθουμε, επεξεργάζεται σχέδια και μεθοδεύσεις που ακόμη κι αν κάποιες δεν εγγίζουν τα όρια της συνταγματικής εκτροπής, είναι σίγουρα αντίθετες στις κοινωνικές απαιτήσεις και στην λαϊκή βούληση.
Δεν ξέρω, προσωπικά , αν έχει ακόμη χρόνο, να αλλάξει κάτι στην πολιτική του, όταν μάλιστα δεν φαίνεται να είναι αυτή η προτεραιότητά του. Πιθανόν όχι. Με επικοινωνιακούς τρόπους και κοινοβουλευτικά τεχνάσματα θα προσπαθήσει ίσως να κρατηθεί όσο περισσότερο χρόνο γίνεται στην εξουσία. Τότε όμως, σίγουρα, δεν θα έχει αντιληφθεί αυτό που αργά και με τα όποια προβλήματα αρχίζει να διαμορφώνεται στους δρόμους, τα χωριά και τις γειτονιές. Η κοινωνία έχει ήδη ξεκινήσει και συζητάει όχι πια για την κατάρρευση του σάπιου πολιτικού συστήματος, αυτή τη βιώνει καλά στο πετσί της, αλλά για την επόμενη ημέρα. Και ενώ σε αυτήν δεν υπάρχουν παρένθετες κυβερνήσεις και έκθετοι κυβερνώντες, εκείνος γιατί ξεμένει τόσο πίσω, παρά την έμμεση αλλά διάχυτη λαϊκή ετυμηγορία;