Ηρεμο-λόγια Καταστρώματος

warning: Creating default object from empty value in /home1/esto/public_html/sites/all/modules/openpublish_core/theme_helpers/node-article.tpl.inc on line 45.
κι από Αύγουστο, Χειμώνας

To σαπισμένο σκαρί στη θάλασσα δεν επιπλέει. Με το ζόρι, με απάτες και ξιπασμούς, για χρόνια κρατήθηκε στην επιφάνεια μιας μαύρης θάλασσας, ισορροπώντας ελέω τύχης ή καλύτερα τζόγου και επιπλέοντας με τη βοήθεια παλιοκαιρισμένων κάβων, αγορασμένους με δανεικά τη δεκαετία του '80. Οι κάβοι όμως ήρθε η στιγμή να σπάσουν από το τέντωμα. Έρμαιο πια το καράβι , βουλιάζει στην ίδια εκείνη θάλασσα που με το ζόρι κρατήθηκε για χρόνια. Και ήρθαν και πάλι σωτήρες, όχι πια αυτόκλητοι, μα προσκεκλημένοι από τους ευγενικούς χορηγούς μιας παγκόσμιας κερδοσκοπικής εταιρείας, να μας ζώσουν με αλυσίδες. Και καλά , οι φερόμενοι αυτοί ιδιοκτήτες του καραβιού θα βρουν τον τρόπο, αφού γλίτωσαν χρόνια τώρα από τα λαϊκά δικαστήρια που ποτέ δεν έγιναν και όχι πάντα λόγω παραγραφής, να διαφύγουν ως άλλοι κύριοι “Τριανταφυλλίδης” στο εξωτερικό, μέχρι να λασκάρει η μπόρα, αν λασκάρει ποτέ, για να τους ξαναφέρουμε να ξαναχτίσουν μιαν άλλη μεταπολίτευση σαν κι αυτή που μας έφερε εδώ που μας έφερε. Εμείς όμως;
 
Εμείς, στο κατάστρωμα του καραβιού , για χρόνια και χρόνια, θαυμάζαμε το θαυμάσιο ήλιο της χώρας πίνοντας καφεδάκι με τη τηλεόραση ανοικτή στα μεσημεριανά θεάματα, απολαμβάναμε με πιστωτικές κάρτες τις ανέσεις του καταστρώματος και ξεζουμίζαμε κάθε ανταλλάξιμο υλικό του, χωρίς να σκύψουμε ούτε στιγμή να δούμε την επιφάνεια της θάλασσας που ανέβαινε αργά αλλά σταθερά στα σαπισμένα πλαϊνά. Μάλιστα, όταν η ραθυμία βάρυνε τους ώμους και τις διαθέσεις μας, στήναμε στο κατάστρωμα επιτόπιες γιορτές, Ολυμπιακές και μη, πληρώνοντας με το παραπάνω τους διεθνείς τελετάρχες μας και ντόπιους συνεργάτες τους. Κάθε τέσσερα χρόνια, άντε λίγο λιγότερα, ξεσκονίζαμε τα εκλογικά μας βιβλιάρια κι επιλέγαμε από τη σχολή δοκίμων πρωθυπουργών, το νέο κυβερνήτη μας, σκουπίζαμε το κατάστρωμα , γυαλίζαμε τους μπουλμέδες και όλα φαινόντουσαν τέλεια. Στέλναμε και με τηλεγραφήματα στο κεντρικό “λιμεναρχείο” καθησυχαστικό σήμα ότι όλα πηγαίνουν καλά και νίπτοντας τα χέρια μας αποδίδοντας πολιτικές ευθύνες κατόπιν εξεταστικών επιτροπών, συνεχίζαμε αμέριμνοι το ταξίδι μας, μεταφέροντας το τεράστιο ελληνικό ιδεώδες της αρχαιότητας στη σύγχρονη εποχή.
 
Τώρα, έτοιμοι για το σχεδόν επιθανάτιο άλμα μας στη θάλασσα, διαπιστώσαμε ότι ακόμη και τα σωσίβια τα είχαμε πουλήσει σε θυγατρική της SIEMENS, για να περάσει μέσα τους, ασύρματα καλώδια διαπλοκής. Ήδη μάλιστα εκατομμύρια άνεργοι, πνίγονται στα νερά της εξαθλίωσης που ναι πάνω απ όλα ανθρώπινη και μετά οικονομική. Όλοι μας, με το ένα πόδι έτοιμοι να πηδήξουμε στη μαύρη διεθνή θάλασσα εγκαταλείποντας για πάντα το δικό μας αρχιπελαγικό ιδεώδες, ψάχνουμε τώρα αφενός ευθύνες θαμμένες στο χρονοντούλαπο της ιστορίας του Ανδρέα, που επί Σημίτη έγινε ερμάριο κι επί Καραμανλή απλά ψυγειοκαταψύκτης κι αφετέρου νέους σωτήρες που εκλιπαρούμε να εγκαταλείψουν τα κερδοσκοπικά παίγνια τους και να σώσουν το έθνος το πολλά βαρύ από την εξίσου βαριά επερχόμενη βύθισή του.
 
 
Άδοξα λοιπόν τελειώνει η κομπασμένη ιστορία της αντιπαροχικής Ελλάδος, που παρείχε στους γηγενείς της απλόχερα την μιζαδόρικη ευκολία του φαίνεσθαι, με αντάλλαγμα το θρονιασμένο καλά εξουσιαστικό της σύμπλεγμα που αποτελείται από κληρονομικούς ταγούς της πολιτικής, του συνδικαλισμού  και των μίντια. Εκεί στη πλατεία μόνο, ένα φανάρι κι ένα πιθάρι, ασυμβίβαστα, συγκεντρώνουν νέους ανθρώπους σε μια νέα εναλλακτική και μαχητική συλλογικότητα που αρχικά με τη σιωπή τους και τώρα πια ολοένα και πιο φωναχτά , δεν θα ξεπουλήσουν τα πρησμένα πόδια τους –κι ας τους λένε κι αυτούς αλήτες- για πρησμένα όνειρα. Η εξουσία της παλιάς , κατεστημένης αυτής Ελλάδας , θα ρίξει σε αυτούς, με μαθηματική βεβαιότητα, το ανάθεμα της απομόνωσης. Η δική τους αντι-εξουσία δεν είναι τίποτα λιγότερο από την απάντηση στην βαρβαρότητα. Εμείς οι υπόλοιποι έχουμε να επιλέξουμε. Καπιταλισμός ή βαρβαρότητα; Τον πρώτο τον γνωρίσαμε, την δεύτερη την αναμένουμε . Και είναι περίπου σίγουρο, πως το Φθινόπωρο της φτώχειας, περνά μόνο από έναν δρόμο: Αυτόν που μόνοι μας θα ανοίξουμε.