Αρκετά ...αφαιρετική προσέγγιση για ένα τόπο που έχει τόσα προβλήματα, θα σκεφτεί ίσως κάποιος. Ίσως ναι, αλλά η σωστή ισορροπία σε αυτές τις έννοιες και τις αντίστοιχες πρακτικές φέρνει αποτελέσματα. Το όραμα και οι ενδιάμεσοι στόχοι που το υλοποιούν μπορούν να φέρουν λύσεις για τις ανάγκες, ο σχεδιασμός να προλάβει ή να αντιμετωπίσει τις ζημιές. Χωρίς όμως όραμα και σχεδιασμό, η μία ανάγκη θα αντιμάχεται την άλλη και η μία ζημιά θα καθυστερεί ή θα προκαλεί την επόμενη.
Όταν μας οδηγούν οι ανάγκες, όταν περιμένουμε δηλαδή να εμφανιστούν ή να ξεχειλίσουν τα προβλήματα (δρόμοι γίνονται επικίνδυνα ακατάλληλοι, γεφύρια ...κρέμονται, μνημεία εγκαταλείπονται και άλλα παρόμοια), η φωνή των δημοτών υποχρεώνει το δήμο να αναζητήσει λύσεις που, ενίοτε, δεν μπορεί να βρει. Διότι λείπουν οι πόροι, άλλες ανάγκες είναι σε προτεραιότητα και άντε να βρεις σημείο να κάνεις αρχή... Γι’ αυτό ο σχεδιασμός στη βάση ολιστικής προσέγγισης και όχι επιμέρους επιδιώξεων αντιμετωπίζει καλύτερα και τα προβλήματα που εμφανίζονται. Καλύτερα και δικαιότερα.
Τοποθετούμαστε λοιπόν απέναντι στα προβλήματα ξεχωριστά ή συνολικά; Στοχεύουμε στη βελτίωση των συνθηκών ζωής σαν πλατφόρμα ή περιμένουμε να χτυπήσει το τηλέφωνο για να τρέξουμε; και τι γίνεται όταν τα επιμέρους προβλήματα συγκρούονται το ένα με το άλλο; Ποιόν να ικανοποιήσεις και ποιόν να αφήσεις; Και τι γίνεται όταν τα προβλήματα του πολίτη και του τόπου έχουν απέναντί τους την κεντρική κυβέρνηση και τις υπηρεσίες της - πώς αντιδρούμε; Κάνουμε κάτι παραπάνω από να συντονίζουμε δίκαιες διαμαρτυρίες που όμως ίσως στοχεύουν σε ανεδαφικές διεκδικήσεις; Καταφέρνουμε να μην μπλέκουμε το ρόλο και το στόχο θεσμών, φορέων και υπηρεσιών με τις δικές μας επιδιώξεις;
Πώς όμως ο σχεδιασμός μπορεί να φέρνει λύσεις για να υλοποιεί το όραμα που έχει μια δημοτική αρχή για τον τόπο της; Ποιος θα χρηματοδοτήσει τελικά το σχεδιασμό και μάλιστα στη μέση της κρίσης; Ας δούμε τα πράγματα ανάποδα. Η κρίση, όπως την ξέρουμε θα είναι καιρό μαζί μας. Οι εθνικοί πόροι δεν υπάρχουν όπως υπήρχαν κάποτε. Και αν υπάρχουν, γίνονται αντικείμενο διεκδίκησης από πολλά μέρη για να καλύψουν πολλές ανάγκες και προτεραιότητες. Οπότε ο δήμος αδυνατεί να παίξει το παιχνίδι όπως το ήξερε (το κράτος έδινε χρήμα και ο δήμος το μοίραζε σε μελέτες, έργα, προσπάθειες). Τα δεδομένα είναι όντως άσχημα. Αν η Τοπική Αυτοδιοίκηση ακολουθεί το μοντέλο που επιτάσσει ότι λίγους μήνες πριν τις εκλογές φτιάχνω δρόμους και πεζοδρόμια και αυτό αν υπάρχουν λεφτά, και κατά τη διάρκεια της θητείας περιμένω το πρόβλημα να δω αν μπορώ αν το λύσω, ναι υπάρχει σχεδόν αδιέξοδο. Το ακούμε καιρό τώρα: τα κενά, οι ανάγκες, ακόμη και οι ευκαιρίες αναγνωρίζονται, αλλά δεν υπάρχουν πόροι, το κράτος δεν δίνει...
Υπάρχουν, όμως, και άλλες πηγές χρηματοδότησης. Κοινοτικά πλαίσια και προγραμματικές διακηρύξεις. Σε αυτά όμως τα πλαίσια υπάρχει μια βασική διαφορά: αξιολογείται το έργο, η μελέτη, η ωριμότητα, οι επιπτώσεις και η προοπτική της πρότασης από εξειδικευμένους, εν πολλοίς, συνεργάτες, που είναι ίσως «μη προσβάσιμοι». Μια τέτοια διαδικασία μάλλον δεν αντιμετωπίζεται με δίκτυο γνωριμιών - που σε άλλες περιπτώσεις είναι εξαιρετικά χρήσιμο - ούτε με προσωπικές και τηλεφωνικές επαφές.
Περιμένουμε, λοιπόν, ένα δήμο να γνωρίζει και αυτές τις εναλλακτικές, να γνωρίζει και αυτή τη γλώσσα, να έχει την κατάλληλη / εξειδικευμένη ομάδα για την προετοιμασία και την υποβολή μελετών και προγραμμάτων για έργα που θα κάνουν τη διαφορά και θα ωθήσουν ή θα προκαλέσουν κινήσεις ανάπτυξης και προώθησης των βασικών αξιών που παράγονται στο δήμο, μικρές επιχειρήσεις, και ιδιώτες που θέλουν και μπορούν να μείνουν στον τόπο τους. Και αν δεν έχει αυτή την ομάδα, να μπορέσει να εμπλέξει τους κατάλληλους ανθρώπους με τα αντίστοιχα κίνητρα. Για να έχει αποτέλεσμα. Αποτέλεσμα που ίσως να μην μεταφράζεται πάντα σε ψήφους. Που μπορεί να θέλει καιρό για να αξιολογηθεί. Ανάθεση, λοιπόν ρόλων και ευθυνών και αξιολόγηση ή «παιχνίδι» με φίλους, γνωστούς και παράγοντες;
Οποιαδήποτε λύση για να δώσει αποτελέσματα χρειάζεται σοβαρή δουλειά, σύγκρουση με λανθασμένες πρακτικές, θέληση και απαγκίστρωση από τη μονιμοποίηση στην πολιτική. Όταν καθοδηγούν οι στόχοι, ο σχεδιασμός εξυπηρετεί την επίτευξη του στόχου, είτε αυτό είναι έργο υποδομής, είτε είναι τουριστική πολιτική, είτε είναι ποιότητα ζωής και παιδεία. Όταν καθοδηγούν οι εκλογές - όποτε αυτές και αν γίνουν - ο «σχεδιασμός» εξυπηρετεί πρόσωπα και ενίοτε αποφεύγει να δυσαρεστήσει, ωραιολογεί ή καταστροφολογεί για να καλύψει και να αποκρύψει ανεπάρκειες και αποτυχίες προσώπων και ομάδων, αλλά προστατεύει το πολιτικό τους προφίλ, το προφίλ των «παραγόντων» - τί να κάνουμε, αυτούς έχουμε.
Η αλλαγή λοιπόν σε πρακτικές και αντιλήψεις προϋποθέτει ανανέωση. Αλλά ανανέωση πρώτα αξιακή και μετά προσώπων. Πρόσωπα που μπορούν να συζητήσουν, να διαφωνήσουν, να συνεργαστούν, να σχεδιάσουν, να αξιολογήσουν, να χάσουν, να λαθέψουν. Αλλά όλα αυτά σε κοινά αξιακά πλαίσια. Υπηρετώντας στόχους κοινούς για αποτελέσματα και λύσεις για όλους. Πρόσωπα που σε όλα τα βήματα να ξέρουν αυτά που κάνουν, και να θυμούνται αυτά που έκαναν. Και να τα λένε. Από κοινού και με το όνομά τους.