Όταν έγραψα το κείμενο που ακολουθεί ήμουν εικοσιτεσσάρων ετών. Σήμερα, τριάντα. Στα χρόνια που μεσολάβησαν άλλαξαν πολλά. Η προσαρμογή έγινε βίαια. Βεβαιότητες ανατράπηκαν, αξιοπρέπειες συνεθλίβησαν, ψυχές πολτοποιήθηκαν. Τούτος είναι ο λόγος που αναδημοσιεύουμε το ίδιο κείμενο. Ανάλλαχτο. Σε μία περίοδο κατακλυσμιαίων ανακατατάξεων, η διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης, είναι το προαπαιτούμενο οχύρωμα για τη διάσωση της ατομικής μας ταυτότητας. Η διάσωση της ατομικής μας ταυτότητας, σημαίνει τη διάσωση της ατομικής και συλλογικής μας ελευθερίας. Σε μία εποχή όπου όλα αίρονται, η μνήμη αγγέλλεται την ελευθερία. Οι άνθρωποι μόνο ελεύθεροι από οποιουδήποτε είδους δουλεία μπορούν να υπάρξουν. Η ταυτότητα συνεπάγεται την ετερότητα και αντιστρόφως. Το μέρος συνεπάγεται το όλον και αντιστρόφως. Το εγώ συνεπάγεται το εμείς και αντιστρόφως. Μνήμη και λήθη. Ύπαρξη και ανυπαρξία. Ελευθερία και δουλεία.
Το έργο του κ.Δεμπόνου αποτελεί σπονδή στην ελευθερία και στην ελεύθερη σκέψη.
Σήμερα το έχουμε περισσότερο ανάγκη από ποτέ άλλοτε.
Τιμής ένεκεν λοιπόν.
Ως κοινωνία στερούμαστε προτύπων. Εν ολίγοις, προσώπων τα οποία θα χαράσσουν τον άπειρο χρόνο και θα σηματοδοτούν ως τηλαυγείς φάροι την πορεία. Με βεβαιότητα σας λέω ότι τέτοιες προσωπικότητες είναι υπαρκτές. Πιθανώς λόγω σεμνότητας ή δυστυχώς εξ’ αιτίας της γενικευμένης απαξίωσης που επικρατεί στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τέτοιες προσωπικότητες συνήθως κουρνιάζουν στο ημίφως της δημοσιότητας, η οποία, μεταξύ μας, ελάχιστα τους αφορά. Τέτοιοι άνθρωποι, είθισται να προτιμούν τα «αμόλευτα βουνά» και τις απάτητες κορφές, μακριά από την υστεροβουλία των «πεδινών», ταγμένοι να φυλάττουν τις δικές τους Θερμοπύλες. Από τέτοια μαγιά πλασμένος κι ο Αγγελοδιονύσης Δεμπόνος.
Γόνος πολύτεκνης, αστικής οικογένειας, από τα νεανικά του χρόνια επέδειξε ζήλο στο σχολείο, εμφανίζοντας ιδιαίτερη έφεση στα μαθηματικά. Η Κλωθώ όμως διαφορετικά κάμωσε το νήμα. Έτσι ο νεαρός Αγγελοδιονύσης «παγιδεύτηκε» στην οικογενειακή επιχείρηση, θάβοντας τα φανερώματα της ψυχής του, που τόσο αλλιώτικα του έγνεφαν, ενώ το μαγαζί, αυλάκωσε δια βίου με «στίγματα ανεξάλειφτα» τους εφιάλτες του. Μολαταύτα και στον επιχειρηματικό στίβο τα κατάφερε περίφημα, εξασφαλίζοντας τα αναγκαία προς το ζην και διαγράφοντας μακρά πορεία στην Κεφαλονίτικη αγορά.
Μία χούφτα λάσπη κι ονείρατα ο άνθρωπος. Κι αν λησμονήσει τα ονείρατα, τότε μονάχα λάσπη απομένει. Μα στο νου του Αγγελοδιονύση, το όνειρο, στραφτάλιζε ακατάπαυτα με λάμψη απολυτρωτικιά. Και κειος το ακλούθησε, έστω κι από λοξεμένες ατραπούς. Ένας σωρός ξερόξυλα ήταν η ψυχή του. Μια σπίθα αρκούσε για να γενεί ολοκαύτωμα και να θεριέψει η μέσα του φλόγα. Και η σπίθα δόθηκε... Δύο καλοί του φίλοι, ο γιατρός και ιστορικός κ. Γεράσιμος Πεντόγαλος και ο ιστορικός κ. Γιώργος Μοσχόπουλος, τον έφεραν σε επαφή με τα Κεφαλληνιακά Αρχεία.
Το momentum καθοριστικό γιατί μετά τους σεισμούς του 1953 τα αρχεία στοιβάχτηκαν όπως όπως σε σάκους και έπρεπε κάποιος να ασχοληθεί με την τακτοποίησή τους. Έτσι κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Σάββατο απόγευμα, που το μαγαζί ήταν κλειστό, ο Αγγελοδιονύσης καταπιάνονταν με την ταξινόμηση, ανάγνωση και μεταγραφή «παρθένου» υλικού. Σελίδα σελίδα, σταγόνα σταγόνα, γουλιά γουλιά ρουφούσε την ιστορία του τόπου μας. Τη Δευτέρα διαδέχονταν η Τετάρτη, την Τετάρτη το Σάββατο και το Σάββατο η Δευτέρα. Ο Τροχός διέγραφε την αέναη κυκλική του πορεία, έτσι όπως τα φύλλα αρματώνουν τα δέντρα και έπειτα ξαπλώνονται στο χώμα, σαπίζουν και θρέφουν πάλι από την αρχή τις ρίζες και ξαναγίνονται φύλλα. Και τα χρόνια διάβαιναν και ο Αγγελοδιονύσης, ακάματα, στέλιαζε την ιστορία της Κεφαλονιάς λιθαράκι λιθαράκι.
Αρχικά αντιμετωπίστηκε δύσπιστα και καχύποπτα. Η δαμόκλειος σπάθη της επιστημονικής κοινότητας, απειλούσε διαρκώς με διασυρμό την εγκυρότητα των εργασιών του. Αυτό που τον φόβιζε ήταν μήπως δεν έκανε σωστά τη δουλειά του. Έτσι, δρώντας μεθοδικά και σχολαστικά, θέτοντας αυστηρά κριτήρια κατά τη σύνθεση του υλικού, πραγματοποιώντας λεπτομερή αναφορά των πηγών και ενίοτε επισυνάπτοντας στο παράρτημα και τα πρωτογενή κείμενα, απέφευγε οποιοδήποτε σκόπελο, αποδεικνύοντας ότι εργάζεται με σοβαρότητα. Συνήθως επεδίωκε να γράψει κάτι πρωτόπιαστο και ανέγγιχτο, αναλύοντάς το διεξοδικά. «Μετά από σε, κανείς» του είχε πει σαν συμβουλή ο κ. Πεντογάλος, κατά την συγγραφή του πρώτου του βιβλίου, θέλοντας να επισημάνει, το βαθμό στον οποίο έπρεπε να εμβαθύνει και να εξαντλεί το θέμα του.
Με την πάροδο του χρόνου, κατόρθωσε να επιβληθεί στη συνείδηση της επιστημονικής κοινότητας ως ισότιμος και αξιόλογος συνομιλητής. Με αποτέλεσμα να κληθεί και λάβει μέρος σε πληθώρα συνεδρίων, ενώ δεκάδες από τις εργασίες του δημοσιεύθηκαν σε έγκριτα περιοδικά. Παράλληλα, αναδείχθηκε σε αυθεντία στην ανάγνωση κακογραφίας, σε τέτοιο βαθμό, ώστε διακεκριμένοι επιστήμονες του χώρου, προσέτρεχαν σε αυτόν για δυσανάγνωστα και κακοσυλλαβισμένα κείμενα.
Ο ρόλος του ιστορικού στη διαμόρφωση κοινωνικής συνείδησης, κουλτούρας, αγωγής και γενικά του πολιτισμικού γίγνεσθαι ενός λαού είναι καταλυτικής σημασίας. Αυτό συμβαίνει γιατί ο ερευνητής, ξεκλειδώνοντας το χρονοντούλαπο και ανασύροντας από τη λήθη στιλβωμένα γεγονότα, χαρίζει στις επερχόμενες γενεές αναμνήσεις, η οποίες δεν είναι μέρος του εμπειρικού τους κόσμου αλλά παραταύτα λειτουργούν συμβολικά, εμπνέοντας τις κατοπινές δράσεις τους. Έτσι εξασφαλίζεται μία διαδικασία, κατά την οποία το παρελθόν δρα ως τροφοδότης του μέλλοντος, παρακάμπτοντας τα δεσμά της συγχρονικότητας ενώ παράλληλα, η μνήμη καθίσταται αφετηρία του πράττειν, διασφαλίζοντας τη συνέχεια ενός λαού. Αυτό είναι το κομβικό σημείο στο οποίο ο ιστορικός γεφυρώνει τις γενιές, πάνω από τα χαλάσματα και τους γκρεμούς του χρόνου. Είναι συνεπώς απαραίτητο να επιδεικνύει υπευθυνότητα και εντιμότητα σ’ αυτό έργο. Ο κ. Δεμπόνος θεωρεί ότι ο ερευνητής οφείλει να παραθέτει τα γεγονότα όπως ακριβώς συνέβησαν, ενώ η προσωπική του, υποκειμενική κρίση, πρέπει να τοποθετείται σαφώς διαχωρισμένη από το υπόλοιπο κείμενο, ώστε να μην συγχέεται με τα πραγματικά ιστορικά δρώμενα.
Διαχρονικά, τα ερωτήματα που ανέκυψαν σχετικά με τη φύση της ιστορίας ποικίλουν. Ευθύγραμμη ή κυκλική η τροχιά της; Είναι δυνατόν να υπάρξει μία και μόνη αντικειμενική θεώρηση των γεγονότων; Η φιλόσοφος ενατένιση είναι προτέρημα, μειονέκτημα ή απλά κάτι περιττό για ένα ιστορικό; Και εν τέλει, επάγονται αξιόλογα διδάγματα από τη μελέτη του παρελθόντος και αν ναι, γιατί τότε η ανθρωπότητα υποπίπτει συνεχώς, στα ίδια βαρύτατα ατοπήματα; Θυμόσοφα ο κ. Δεμπόνος υπενθυμίζει: «εἰ τῶν παρελυληθότων μνημονεύης, ἄμεινον περί τῶν μελλόντων βουλεύση» 1, συμπληρώνοντας ότι η μελέτη της ιστορίας διδάσκει αλλά δυστυχώς, είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης να ξεχνά ή ακόμη, να επιδιώκει να παρακάμψει τα διδάγματά του παρελθόντος. Θα ήταν γόνιμο να παραθέσουμε σ’ αυτό το σημείο την άποψη του Εγέλου2: «Αυτό που διδάσκει η ιστορία, είναι πως ο άνθρωπος δε διδάσκεται τίποτε από αυτήν». Ως συνέπεια αυτού, συχνά επιδεικνύουμε αλαζονική συμπεριφορά, η οποία μας οδηγεί στην ύβριν και ακόλουθα στην έλευση της τίσεως, ώστε να αποκατασταθεί η φυσική τάξη των πραγμάτων.
Συμβαίνει μερικές φορές ο ανθρώπινος νους να στέκεται αμήχανα, προσπαθώντας να κατανοήσει το φαινόμενο κόσμο, εξάγοντας συμπεράσματα ως αποστάγματα ζωής. Η αφετηρία τέτοιου είδους στοχασμών και σκέψεων είναι η απορία και ο θαυμασμός, που τροφοδοτούνται διαρκώς από την αθροιζόμενη εμπειρία. Τα διδάγματα, μοιάζουν να είναι προσωπική υπόθεση του καθενός μας, αλλά ουσιαστικά είναι ψηφίδες του συλλογικού ασυνείδητου, οι οποίες αρμολογούνται γόνιμα στο διάβα του χρόνου. Αρχικά εμφανίζονται υπό το πέπλο της λαϊκής σοφίας, του μύθου και του παραμυθιού, ενώ καθώς οι κοινωνικές δομές ωριμάζουν, τέτοιες σκέψεις ορθώνουν ανάστημα περνώντας το κατώφλι της φιλοσοφίας και της τέχνης. Ένα από τα διδάγματα ζωής, που μας εξομολογείται ο κ. Δεμπόνος, είναι ότι έμαθε να μην εμπιστεύεται τους πολιτικούς και τους ηθοποιούς. Τους μεν πρώτους γιατί συνηθίζουν να «παίζουν θέατρο», ακόμη και όταν συνομιλούν για θέματα πέραν της πολιτικής, ενώ τους δεύτερους, γιατί έχουν την αίσθηση ότι βρίσκονται διαρκώς «επί σκηνής».
Πέρα από τις διδαχές της ζωής, υπάρχουν και άλλες έννοιες, οι οποίες οδηγούν κάθε άνθρωπο συνειδητά, ασυνείδητα ή υποσυνείδητα, σε μεταφυσικούς προβληματισμούς. Για τον Ελύτη είναι «Η Πρώτη Αλήθεια», για τον Καζαντζάκη «Η Μόνη Βεβαιότης», για εμάς τους κοινούς θνητούς καλείται θάνατος. Το άγιο δισκοπότηρο δεν βρέθηκε, τα ελιξίρια των αλχημιστών κρίνονται αναποτελεσματικά κι όσο για την εξίσωση του Θεού, αυτή μελετάται ακόμη. Κι αν κάποτε, από κάποια έρευνα, προκύψει κάτι που «να κάνει δουλειά», τότε οπωσδήποτε η δικαιοχρησία θα αποδοθεί σε κάποια πολυεθνική που θα έχει χρηματοδοτήσει το ερευνητικό πρόγραμμα. Ακολούθως, «το αόρατο χέρι», εξ ονόματος του Adam Smith, θα τιμολογήσει στην ελεύθερη αγορά το προϊόν, στο σημείο τομής των καμπύλων της προσφοράς και της ζήτησης. Μία τέτοια εξέλιξη, θα ήταν αναμφισβήτητα, ένα πολύ ενδιαφέρον πείραμα, ώστε να μάθουμε τελικά, πόσο κοστίζει η αιωνιότητα. Ο κ. Δεμπόνος, σημειώνει, ότι ειλικρινέστατα, δεν τον απασχολεί καθόλου το τέλος. Το μόνο που επιθυμεί είναι να κρατηθεί το μυαλό του ώστε μην ταλαιπωρήσει κανέναν.
Και γιατί άλλωστε να τον απασχολήσει το τέλος; Η πορεία του είναι αληθινά μεστή. Παραδομένος σύσπλαχνα σε κειο που ερωτεύθηκε, αναδείχθηκε σε αυθεντία της Κεφαλληνιακής ιστορίας και λαογραφίας. Είναι συνεπώς βέβαιο, ότι οι κατοπινοί ερευνητές θα σταθούν επάνω στα σκαλιά που ο ίδιος έχτισε, επικαλούμενοι συνεχώς το έργο του, ώστε να τεκμηριώσουν τις εργασίες τους. Είναι πολυγραφότατος, έχοντας συγγράψει δεκαοκτώ βιβλία, μερικά εκ των οποίων είναι: Χρονικό του σεισμού 1953 (1976), Η γένεση και τα πάθη μίας πολιτείας (1981), Ρόκκος Χοϊδάς: ο επίγονος των Ριζοσπαστών (1984), Ξένες παροικίες στην Κεφαλονιά (1996), Η Κεφαλονιά του θρύλου και της παράδοσης (1993), Η Κεφαλονιά στον Αστερισμό της Παρθένου (1997). Παράλληλα, δημοσίευσε πλήθος εργασιών σε περιοδικά όπως «Παρνασσός», «Κεφαλληνιακά Χρονικά», «Κεφαλονίτικη Πρόοδος», «Κεφαλονίτικες Ώρες», «Κυμοθόη», «Δελτίο Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρείας», «Χρονικά». Πρέπει να σημειωθεί ότι έχει συμμετάσχει σε αναρίθμητες εκδηλώσεις και συνέδρια, όπως το συνέδριο που διεξήχθη στο δήμο μας, με τίτλο «Μαρίνος Αντύπας 1872-1907» και στην εκδήλωση με θέμα: «Πύλαρος: Στα μέσα του 19ου αιώνα, σχέσεις με στεριά και θάλασσα».
Στο πλάι του πάντα, ο στυλοβάτης της ζωής του, η σύζυγος του κ. Ιωάννα, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά τον Ανδρέα (Δρ. Ναυπηγός) και τον Σωτήρη (Ιατρό παθολογοανατόμο με αξιοπρόσεκτη διαδρομή και στα καλλιτεχνικά δρώμενα). Ο κ. Δεμπόνος απέδειξε έμπρακτα, ότι η ανθρώπινη ψυχή δεν γνωρίζει σύνορα και καλούπια. Έτσι, με την τόλμη που ‘χουμε συνήθως στα όνειρα, όντως αυτοδίδακτος, αφιέρωσε αμέτρητες ώρες μελέτης και ακάματης προσπάθειας, πραγματοποιώντας ένα ευρύτατο περίπλου στις μνήμες του νησιού μας, ξεπλένοντας στο φως αναρίθμητα έγγραφα και θυμίσματα. Αυτόδηλα, η ιστορία, η λαογραφία και η αγωγή του τόπου μας, θα ήταν λειψές δίχως τη συμβολή του. Τέτοιες προσωπικότητες, είναι πρέπον να αναδεικνύονται και να τιμώνται με κάθε τρόπο, ώστε να γίνουν οι πυξίδες μας στα σταυροδρόμια των καιρών και οι ανεμοδείκτες στο ονειροδρόμιο καθενός ξεχωριστά. Κύριε Αγγελοδιονύση Δεμπόνο, δεν γράψατε απλά την ιστορία του τόπου μας αλλά τολμώ να πω, ότι γραφτήκατε σ’ αυτή. Τα σέβη μας.