H ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΗΣ ΦΕΤΑΣ ή αλλιώς Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΟΡΟΪΔΙΑ

warning: Creating default object from empty value in /home1/esto/public_html/sites/all/modules/openpublish_core/theme_helpers/node-article.tpl.inc on line 45.
Το χρονολόγιο της ντροπής

Αρκετές φορές, ιδιαίτερα μετά το 2009 όπου η κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας έφερε στο φως τον τρόπο με τον οποίο το μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα διαχειρίστηκε ζωτικής σημασίας θέματα, έχει σχολιαστεί από πολλούς η μεθοδευμένη προσπάθεια υποβάθμισης του πρωτογενούς παραγωγικού τομέα της χώρας, που τώρα πια σε συνθήκες εξαθλίωσης φαντάζει και πολυδιαφημίζεται ως η μόνη λύση για την καταπολέμηση της ανεργίας, προσπαθώντας να πείσει νέους ανθρώπους να επιστρέψουν στην ελληνική ύπαιθρο.  Πως όμως κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί, όταν για περίπου τριάντα χρόνια, με λάθη, παραλείψεις και κυρίως σκοπιμότητες, καταδίκασαν τον πλούτο της χώρας σε διεθνή ανυποληψία και τους περισσότερους παραγωγούς και μεταποιητές σε πλήρη αφανισμό, πότε μέσω στρατευμένων ευρωπαϊκών προγραμμάτων υπό την αθέμιτη διαχείριση διαπλεκόμενων εθνικών διαμεσολαβητών και πότε μέσω κυβερνητικών πολιτικών επιλογών, που το αποτέλεσμά τους ήταν αυτό που έφερε τη χώρα εδώ που την έφερε; Στο απόλυτο μηδέν.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο διαχρονικά το πολιτικό σύστημα κυβέρνησε τον τόπο, είναι το δικό μας παράδειγμα, αυτό της κεφαλονίτικης Φέτας (για εμάς χωρίς εισαγωγικά). Προδήλως πια και με όλα τα απαραίτητα αποδεικτικά έγγραφα στη διάθεση του κάθε πολίτη, αυτό που πανηγυρικά αποδεικνύεται είναι η σκανδαλώδης κοροϊδία μιας ολόκληρης κοινωνίας εδώ και είκοσι περίπου χρόνια. Το χρονολόγιο της ντροπής, φέρνει στο φως τον τρόπο με τον οποίο η κεντρική πολιτική ηγεσία με οδηγίες, κατευθύνσεις και σκοπιμότητες   διαχρονικά και μέσα από «τοπικά» επαναλαμβανόμενα λάθη και παραλείψεις καταδίκασαν το ιστορικό αυτό προϊόν σε ένα άδοξο κι ανιστόρητο τέλος. Έτσι, με περίεργα παραπειστικές κατευθύνσεις, ακόμη και πριν λίγο καιρό, αφενός οι ενδιαφερόμενες παραγωγικές τάξεις κι ομάδες παραπλανήθηκαν για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να κατοχυρώσουν την δική τους, τη δική μας φέτα κι αφετέρου δόθηκε διαχυτικά η εντύπωση ότι καταβάλλεται κάθε απαραίτητη προσπάθεια. Είναι ακριβώς η ίδια κλασσική συνταγή που ρήμαξε την ελληνική ύπαιθρο, πτώχευσε την κοινωνία, για να την οδηγήσει τώρα εύκολα στην επερχόμενη δεινή κι απάνθρωπη εκμετάλλευση. 

 
ΤΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ

Η πρώτη φάση της υπόθεσης ΦΕΤΑ, είναι λίγο ή πολύ γνωστή. Ξεκινά αρχικά το 1994 όπου γίνεται η πρώτη αναγνώρισή της ως τυρί ΠΟΠ σε εθνικό επίπεδο και  το 1996 σε κοινοτικό, για να καταλήξει αυτή η πρώτη φάση, αρχικά το 2002 και τελικά το 2005 μετά από ανεπιτυχείς προσφυγές ευρωπαϊκών χωρών στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου επανακαταχωρείται στον κοινοτικό κατάλογο ως ελληνικό προϊόν ΠΟΠ. Είναι η εποχή όπου ένα ολόκληρο νησί του Αιγαίου «μπαίνει» στον κοινοτικό κατάλογο της φέτας με ένα απλό τηλεφώνημα και η μονοεδρική Κεφαλονιά με το ιστορικό παραδοσιακό της τυρί, την τέχνη του οποίου δίδαξε και σε άλλες χώρες, μένει απέξω και μάλιστα από το παράθυρο. 

Τέλη του 2003 κι αρχές του 2004  εκτός από το ολυμπιακό αναπτυξιακό «θαύμα»  οργανώνεται  πλέον στη χώρα βάση ευρωπαϊκής επιταγής νέα αρμόδια υπηρεσία για τα προϊόντα ΠΟΠ, αυτή της Διεύθυνσης Βιολογικής Γεωργίας, Τμήμα ΠΟΠ-ΠΤΕ-ΕΠΠΕ, υπαγόμενο βέβαια στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Και εκει αρχίζει το περίεργο γαϊτανάκι. Μετά από την εκ νέου υποκίνηση του θέματος από τον τότε Σύλλογο Kτηνοτρόφων και τον Σύλλογο Tυροκόμων Κεφαλονιάς όπου απευθύνονται στους τότε τοπικούς θεσμικούς εκπροσώπους μας, διαβιβάζεται τελικά έγγραφο του τότε αρμόδιου Υφυπουργού Αλέξανδρου Κοντού στις αρμόδιες υπηρεσίες του αλλά και στον τότε Βουλευτή Κεφαλονιάς κ. Αλιβιζάτο και τον τότε Νομάρχη κ. Διονύση Λευκαδίτη να προετοιμάσουν φάκελο αιτήματος για να υπαχθεί ο Νομός Κεφαλονιάς & Ιθάκης στον αρμόδιο κατάλογο ΠΟΠ, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Στο έγγραφο αυτό, ο τότε Νομάρχης, τρεις ημέρες μόλις μετά, στέλνει απαντητικό έγγραφο προς την αρμόδια υπηρεσία, να τον ενημερώσει εκείνη σε ποιο στάδιο βρίσκεται η υπόθεση, κλείνοντας με την ευχή ότι επιτέλους θα τακτοποιηθεί το σοβαρό αυτό ζήτημα. Το έγγραφο αυτό κοινοποιείται και στο Σύλλογο Τυροκόμων για να λάβουν γνώση των ενεργειών του. Το Μάιο του 2006 ο ίδιος Νομάρχης επανέρχεται προς τους ίδιους αποδέκτες κοινοποιώντας αυτή τη φορά και στο Σύλλογο Κτηνοτρόφων, ρωτώντας τον αρμόδιο υπουργό για το που βρίσκεται το θέμα, αναφέροντας  χαρακτηριστικά στο ίδιο αυτό έγγραφο, «…που θεωρούσαμε σχεδόν λυμένο...».

Οκτώ μήνες μετά, τον Ιανουάριο του 2007, ο νέος Νομάρχης κ. Διονύσης Γεωργάτος που είχε διαχειριστεί το ζήτημα της φέτας και στην προηγούμενη θητεία του από το 1999 έως το 2002, μετά από νέες πιέσεις των δυο συλλόγων, του κτηνοτροφικού και του τυροκομικού, επανέρχεται με έγγραφό του στους ίδιους πολιτικούς προϊστάμενους του Υπουργείου,  κοινοποιούμενο στον ίδιο βουλευτή, κ. Αλιβιζάτο, στους δυο συλλόγους και φυσικά στα τοπικά ΜΜΕ, καταλήγοντας στην διατύπωση της πρόθεσής του, εάν το αίτημα δεν ικανοποιηθεί, να προσφύγει («ετοιμαζόμαστε ήδη» γράφει) στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.  Τον Απρίλιο του ίδιου έτους, συγκαλεί το Νομαρχιακό Συμβούλιο Κεφαλονιάς & Ιθάκης, όπου με νόμιμη απαρτία και με τη συμμετοχή νομαρχιακών συμβούλων που μέχρι και σήμερα από διαφορετικά «πόστα» διαχειρίζονται τοπικά θέματα, λαμβάνει την απόφαση για την προετοιμασία φακέλου για την αίτηση καταχώρησης στο κοινοτικό μητρώο ΠΟΠ-ΠΓΕ της κεφαλονίτικης φέτας, «προετοιμασία» που έκτοτε αγνοείται η τύχη της και κυρίως η κατάληξή της. 

Στο μεταξύ και μέχρι και το 2011, όλο αυτό το διάστημα , από τα τοπικά μέσα, από κοινοβουλευτικά έδρανα, από αναρμόδιες γραμματείες υπουργείων και από τις συναντήσεις αρμοδίων με εκπροσώπους τυροκόμων και κτηνοτρόφων, εκφράζεται  στην ίδια ένταση η αδικία που υπέστη ο νομός μας και διαδηλώνονται προθέσεις το θέμα να λήξει οριστικά και να αποκατασταθεί η ιστορία της φέτας, με  υποσχέσεις που εισάγονται ξανά από την Αθήνα και με παραλήπτες τις δυο άμεσα ενδιαφερόμενες παραγωγικές ομάδες για την «δυναμική» προώθηση του προβλήματος. 

 
ΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑ ΠΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Έτσι, φτάνοντας στο 2011, στην Ελλάδα του μνημονίου, όπου και πάλι κατόπιν πρωτοβουλιών των παραγωγικών φορέων του νησιού, ο νυν Αντιπεριφερειάρχης με τον νέο αυτοδιοικητικό χάρτη πια, κ. Σωτήρης Κουρής, συναντάται τον Ιούλιο του 2011 με εκπροσώπους των κτηνοτρόφων και των τυροκόμων κι αφού επαναλαμβάνει την αδικία που έχει υποστεί ο νομός, ανακοινώνει την εκ νέου συμπλήρωση και υποβολή φακέλου στο αρμόδιο Υπουργείο. Στα πλαίσια αυτά, απευθύνει επιστολή στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Σκανδαλίδη για το θέμα της φέτας για να λάβει στις 12 Ιανουαρίου 2012 την απάντηση από την αρμόδια ή μάλλον αναρμόδια υπηρεσία που «λίγα» έλεγε αλλά πολλά εννοούσε. 

Με την  απάντησή αυτή, η οποία διατυπώνεται και αποστέλλεται όχι από την αρμόδια Διεύθυνση Βιολογικής Γεωργίας αλλά από την αναρμόδια Γενική Γραμματεία Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων, μαθαίνουμε τελικά ότι ΛΟΓΟΙ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ, επιβάλλουν να αναζητηθούν νέοι τρόποι ικανοποίησης των Κεφαλονιτών (!!!). Έτσι η φέτα μας, από ιστορικό παραδοσιακό τυρί της Κεφαλονιάς, μαθαίνουμε ότι αποτελεί πλέον «όπλο» εθνικού συμφέροντος και ότι όσοι δίνουν τις πρώτες ύλες για την παρασκευή της όπως και κείνοι που προσφέρουν την παραδοσιακή τέχνη τους, θα πρέπει να ικανοποιηθούν αλλιώς, πως, ενδεχομένως .. μεταφυσικά. 

Αν το πρόβλημα δεν ήταν σοβαρό, ίσως κι ένας τέτοιος αστεϊσμός να διασκέδαζε τις εντυπώσεις. Όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Η Κεφαλονιά, πετάχτηκε πλέον όχι μόνο από το παράθυρο αλλά και από την κύρια πύλη της ονομασίας ΠΟΠ τα είκοσι αυτά χρόνια. Και τώρα που η αγορά της φέτας έχει παγιωθεί και η οριοθετημένη ζώνη παραγωγής είναι ουσιαστικά αδιαπραγμάτευτη, οποιαδήποτε νέα εξέλιξη που θα διεκδικούσε την ονομασία ΠΟΠ Φέτα Κεφαλονιάς, αφενός θα έβγαζε στην επιφάνεια αυτό που φοβάται η κεντρική πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ότι δηλαδή οι νομοί της χώρας που βγάζουν ήδη φέτα ΠΟΠ αν ελεγχθούν από ευρωπαϊκά όργανα θα διαπιστωνόταν οτι βάση της χημικής σύστασης ίσως και να μην είναι «ακριβώς» φέτα κι αφετέρου ότι νέα κράτη θα υπέβαλαν αίτημα για παραγωγή φέτας ΠΟΠ, κάτι που ήδη όμως πράττουν με δεκάδες προϊόντα που κυκλοφορούν στην ευρωπαϊκή αγορά με την διακριτική εμπορική ονομασία της «φέτας». Και για να μην αφυπνιστούν οι Κεφαλονίτες, προσφέρεται ως αντισταθμιστικό όφελος (άκρως επίκαιρη διατύπωση) μια νέα ονομασία, προς το παρόν και λόγω έλλειψης τεκμηρίωσης,  ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΜΦΙΒΟΛΗ, ΑΙΟΛΗ και κυρίως ΑΝΙΣΤΟΡΗΤΗ, αυτή του Βαρελίσιου ΤΥΡΙΟΥ Κεφαλονιάς, ονομασία στην οποία όπως το ίδιο ανωτέρω έγγραφο αναφέρει, «..το νομαρχιακό συμβούλιο της Κεφαλονιάς έχει αποδεχτεί και ΚΙΝΕΙΤΑΙ προς αυτή την κατεύθυνση..». Χωρίς και πάλι να ενημερώνουν την τοπική κοινωνία και τους παραγωγικούς φορείς  και χωρίς φυσικά να λένε την αλήθεια  ως προς τη τεχνική  διαδικασία, οτι ακόμη και εάν επιλέγαμε το όνομα που προτείνεται αφενός η διαδικασία θα κρατήσει χρόνια κι αφετέρου πολύ πιθανόν δεν θα είχαμε καμία ευτυχή κατάληξη καθώς  η χημική σύσταση του παραγόμενου τυριού η οποία είναι η ίδια με την ουσία της Φέτας, θα οδηγούσε σε πιθανή αποτυχία καθώς δεν γίνεται να αναγνωρίσεις ένα προϊόν με την ΓΕΝΙΚΟΤΑΤΗ ονομασία «ΤΥΡΙ» ως ΠΟΠ ή με την ίδια ακριβώς σύσταση που έχει κατοχυρωθεί για ένα άλλο πιστοποιημένο τυρί ως ΠΟΠ, δηλαδή η Φέτα. Κι αυτό κάποιοι στα αρμόδια επιτελεία το γνωρίζουν και μάλιστα πολύ καλά. Εκτός αν θεωρούν (αλλά θα πρέπει να το αποδείξουν) πως η τοποθέτηση του τυριού στο βαρέλι, ή το βαρέλι από μόνο του προσδίδει τέτοια χαρακτηριστικά ώστε το περιεχόμενό του να κατοχυρωθεί ως ΠΟΠ, χωρίς να απαιτείται ένα «ειδικό» όνομα ή η διευκρίνηση της χημικής του σύστασης. 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΚΟΡΟΙΔΙΑ

Με την πρώτη ανάγνωση του χρονολογίου της ονομασίας της φέτας Κεφαλονιάς ή πιο σωστά του χρονολογίου της ντροπής, θα μπορούσε κάποιος να διατυπώσει ως μια απο τις διαπιστώσεις του ότι οι νέμοντες την τοπική εξουσία, είτε διετέλεσαν  βουλευτές, είτε αιρετοί, είτε διορισμένοι αυτοδιοικητικοί, κατέβαλλαν κάθε φιλότιμη ενέργεια και προσπάθεια για την ικανοποίηση ενός παγίου και διαρκούς αιτήματος της Κεφαλονιάς, ασχέτως αν τελικά παγιδεύτηκαν σε κεντρικές πολιτικές επιλογές και αποφάσεις που ελήφθησαν πρωτίστως στην Αθήνα, επιλογές και αποφάσεις με κομματικό μικροπολιτικό μανδύα.

 
Και είναι οι επιλογές αυτές και οι αποφάσεις που φέρουν  την κύρια και σχεδόν αποκλειστική ευθύνη για την τραγική αυτή εξέλιξη, η οποία φαινομενικά αφορά ένα απλό τυρί, όμως έρχεται να αλλοιώσει την ιστορική πορεία και φυσιογνωμία ενός ολόκληρου τόπου, να υποβαθμίσει ένα προϊόν που θα μπορούσε να αποτελέσει αναπτυξιακό εργαλείο και με τον επερχόμενο φθηνό ανταγωνισμό λόγω της εμπορικής και τιμαριθμικής εξίσωσης ενός ποιοτικού τυριού όπως το δικό μας με χαμηλής ποιότητας τυριά βαλκανικών κρατών, να καταδικάσει σε καταστροφή τις επόμενες δεκαετίες τους τυροκόμους και τους κτηνοτρόφους της Κεφαλονιάς.

 
Μέσα από άσκοπες και περίεργα ανούσιες ενέργειες, με ανταλλαγές επιστολών από αρμόδιους και αναρμόδιους, με καθησυχαστικές παρεμβάσεις προς τους  εκπροσώπους της τοπικής κοινωνίας και των παραγωγικών τάξεων ότι προετοιμάζονται προσφυγές και δικαστικοί αγώνες, με έγγραφα που περιείχαν ευχολόγια και διατύπωναν ανέξοδα αποφασιστικές πρωτοβουλίες, το αποτέλεσμα είναι αυτό που σήμερα αντιμετωπίζουμε. Πόσες, αλήθεια,  φορές  δεν «υπεβλήθησαν» στοιχεία και φάκελλοι; Πόσες διαβεβαιώσεις προς τους τοπικούς θεσμικούς εκπροσώπους μας και τους άμεσα ενδιαφερόμενους ότι το θέμα της φέτας προχωρά; Πόσες φορές δεν προγραμματίστηκαν συναντήσεις και συσκέψεις στα Υπουργεία; Γιατί ποτέ κανείς δεν είπε σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που πότε με περισσότερη και πότε με λιγότερη αγωνία και ένταση, διάβαιναν το κατώφλι τους, να κάνουν το αυτονόητο που προέβλεπε η νομοθεσία, να υποβάλλουν ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ως παραγωγικές ομάδες από κοινού ή χωριστά φάκελο στην αρμόδια μετά το 2004 Διεύθυνση Βιολογικής Γεωργίας υποβολής αιτήματος όπου κι αν ακόμη το απέρριπταν λόγω μη οριοθετημένης ζώνης ή για «εθνικούς» λόγους,  λόγω των ιστορικών στοιχείων θα υπήρχε η δυνατότητα ευδοκίμησης μιας εγχώριας και στη πορεία κι ευρωπαϊκής δικαστικής προσφυγής; Γιατί  τους «έσερναν» από επιστολή σε επιστολή; Γιατί δεν τους διέθεσαν τα απαραίτητα μέσα και τους απαραίτητους ειδικούς επιστήμονες , για τη στοιχειοθέτηση του αιτήματος και έμειναν σε ευχολόγια και ρηματικές διατυπώσεις; Γιατί ακόμη και μέχρι σήμερα δεν τους λένε, δεν μας λένε την αλήθεια και υποστηρίζοντας  λόγους «εθνικού συμφέροντος» , πετάνε τη φέτα στην εξέδρα; Και τελικά, ποιος έχει αποδεχτεί σύμφωνα και με το τελευταίο έγγραφο κι εξ ονόματος τίνος την ονομασία Βαρελίσιο Τυρί Κεφαλονιάς; Πώς και βάση ποιας νομοθετημένης διαδικασίας θα καταφέρει να κατοχυρώσει ένα προϊόν ΠΟΠ με την  γενική ονομασία ΤΥΡΙ και την συσκευασία της σε ένα απλό ΒΑΡΕΛΙ; Ποιά τα πολιτικά, τα τεχνικά και τα επιστημονικά εχέγγυα για μια τέτοια ονομασία ΠΟΠ; Υπάρχει, κάτι που συζητείται έντονα στο νησί, σχετική μελέτη που να τηρεί κάποιους ελάχιστους όρους εγκυρότητας σχετικά με τις προδιαγραφές ΠΟΠ; Κι αν ναι, γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει υποβληθεί επίσημα τέτοιο αίτημα; Γιατί δεν έχουν ενημερωθεί οι αρμόδιες κοινωνικές και παραγωγικές ομάδες; Τί και ποιόν περιμένουμε;

 
Όλα αυτά τα ερωτήματα αποδεικνύουν το μέγεθος και το είδος της ευθύνης ανθρώπων που πρωταγωνίστησαν και κάποιοι πρωταγωνιστούν ακόμη στο πολιτικό βίο και που ηγήθηκαν αγροτικών πολιτικών της χώρας. Η ασυγχώρητη άγνοια του αντικειμένου τους, η επιφανειακή  κι ευκαιριακή αντιμετώπιση του και κυρίως η επικάλυψη όλων αυτών με ανυποστήρικτες κι ανούσιες διαβεβαιώσεις, επιστολικές παροτρύνσεις κι συντεχνιακές υποσχέσεις, έφεραν από τη μια  τον τόπο στη σημερινή παραγωγική ανυποληψία, διαφημίζοντας από την άλλη σήμερα την αγροτική οικονομία ως τρόπο καταπολέμησης της ανεργίας και δυστυχώς με την ίδια επικίνδυνη άγνοια επιχαίρουν διακριτικά για το επόμενο μεγάλο έγκλημα, αυτό των εξορύξεων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το κυριότερο όμως είναι ότι τα ίδια αυτά ερωτήματα και οι προβληματισμοί θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας των ίδιων των παραγωγικών τάξεων αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας του νησιού. 

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΙΛΗΜΜΑ

Τι γίνεται λοιπόν από εδώ και στο εξής; Αποφασίζουμε ως παραγωγικές ομάδες, ως κάτοικοι, ως κοινωνία κόντρα στο φερόμενο ως «ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ» και ουσιαστικά κόντρα σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως ακριβώς  διατυπώθηκε παραπάνω, να προχωρήσουμε στην υποβολή αυτή τη  φορά κανονικού αιτήματος (κι όχι πάλι ..επιστολής), ανοίγοντας τους ασκούς του Αιόλου για την ελληνική φέτα ΠΟΠ και υποβάλλοντας ταυτόχρονα άλλες περιοχές στη πιθανότητα ελέγχων, διεκδικώντας όμως την κεφαλονίτικη Φέτα με αξιώσεις; Περιοριζόμαστε ανεξαρτήτως συνεπειών στην άτυπη ονομασία της φέτας που οι καταναλωτές μας ξέρουν τουλάχιστον προς το παρόν, ή μήπως υπάρχει κι άλλος δρόμος; Τις απαντήσεις τις γνωρίζουν καλύτερα όσοι ασχολούνται επαγγελματικά και άρα θίγονται περισσότερο. 

Αν προσωπικά μου επιτρέπεται μια τοποθέτηση, θα πρότεινα την απόφαση να πάρουν οι δυο βασικές παραγωγικές ομάδες, οι οποίες είναι εκείνες που σε λίγα χρόνια θα βιώσουν στο πετσί τους το μεγάλο και διαρκές αυτό πολιτικό έγκλημα. Η κατάσταση άλλωστε έχει αλλάξει σε σχέση με πριν από λίγα χρόνια. Με τη πάροδο του χρόνου η φήμη της φέτας Κεφαλονιάς, ασχέτως ΠΟΠ κοκ, θα εξασθενεί και λόγω του φθηνού ανταγωνισμού, το δίλημμα θα είναι ένα και μοναδικό: Είτε φέτα ανταγωνιστική σε άλλα ευρωπαϊκά προστατευόμενα προϊόντα και άρα με καλύτερη τιμή για ντόπιους παραγωγούς και μεταποιητές, είτε «φέτα» ανταγωνιζόμενη στη τιμή από φθηνά Βαλκανικά κι όχι μόνο κατώτερης ποιότητας προϊόντα, τα οποία αφενός θα σαρώσουν την τρέχουσα αξία της φέτας κι αφετέρου θα την υποβαθμίσουν ως προϊόν.     Να καθίσουν επομένως σε ένα τραπέζι παραμερίζοντας τις όποιες επαγγελματικές τους διαφορές κι αφού συνάψουν ένα τοπικό επαγγελματικό σύμφωνο με όρους συνεργασίας κι αμοιβαιότητας, να αποφασίσουν τι ακριβώς νιώθουν ότι πρέπει να πράξουν. Η απόφασή τους , ένα είναι το σίγουρο, θα είναι μια ιστορική απόφαση για ένα ιστορικό προϊόν.  Η ΦΕΤΑ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ, μετά την εικοσαετή της Οδύσσεια περιμένει , είτε να αναπαυθεί για πάντα στην αγκαλιά όσων την καταδίκασαν σε ιστορικό θάνατο, είτε να δικαιώσει και να δικαιωθεί από τους ανθρώπους που με τα υλικά και τη τέχνη τους την ταξίδεψαν σε όλο τον κόσμο. Αν για κάποιους η φέτα της Κεφαλονιάς είναι το εξιλαστήριο θύμα «εθνικών» επιλογών ή απλά τεκμήριο πολιτικού μυωπισμού, κομματικών σκοπιμοτήτων  και ανικανότητας, για όλους εμάς είναι το τυρί μας που μας το παρέδωσαν οι παππούδες μας για να το παραδώσουμε στα παιδιά μας κι όχι για να το βάλουμε σε φάκες που θα αιχμαλωτίσουν το μέλλον  τους . Δεν μπορεί, επομένως, η φέτα να μας περιμένει άλλο. Στα πλαίσια αυτά, να πραγματοποιηθεί άμεσα, ανοικτή στη κοινωνία συνέλευση και να αποφασίσουμε πως θα προχωρήσουμε. Στην προσπάθεια αυτή, δεν περισσεύει κανείς, ακόμη κι αν στο παρελθόν εγκλωβίστηκε σε ατυχείς επιλογές. Το έγκλημα πρέπει να σταματήσει. Η αρμόδια υπηρεσία είναι εκεί, η νομοθεσία υπάρχει, τις προϋποθέσεις τις πληρούμε, απόφαση χρειαζόμαστε για να προχωρήσουμε. Και αποφασιστικότητα.